Η συγχώρεση θεωρείται συχνά μια πράξη αγάπης, ωριμότητας και ενσυναίσθησης. Παρουσιάζεται ως προϋπόθεση για να προχωρήσει μια σχέση μετά από μια σύγκρουση ή ένα τραυματικό γεγονός. Όμως, δεν είναι πάντοτε ξεκάθαρο αν αυτό που βιώνουμε ως συγχώρεση είναι πράγματι ωφέλιμο ή αν, άθελά μας, εγκλωβιζόμαστε σε μια κατάσταση που μας φθείρει.
Σε μια σχέση είναι αναπόφευκτο να υπάρξουν στιγμές όπου είτε θα χρειαστεί να συγχωρήσουμε είτε να ζητήσουμε συγχώρεση. Αυτές οι στιγμές είναι ιδιαίτερα ευάλωτες. Το να ζητάς συγγνώμη μπορεί να μοιάζει με παραδοχή ενός λάθους, για το οποίο ίσως δεν είσαι έτοιμος/-η να αναλάβεις ευθύνη. Το να συγχωρείς από την άλλη, συχνά μοιάζει σαν να επιτρέπεις στο/-η σύντροφό σου να φερθεί άσχημα ξανά. Αυτός είναι και ο λόγος που για πολλά άτομα η συγχώρεση είναι μια από τις πιο δύσκολες, αλλά και ουσιαστικές, διεργασίες μέσα σε μια σχέση.
Η συγχώρεση δεν έχει μόνο μία όψη: μπορεί να λειτουργήσει θεραπευτικά, μπορεί όμως να αποτελέσει μηχανισμό άρνησης και ακύρωσης του εαυτού και των δύσκολων συναισθημάτων που βιώνει το άτομο.
Η Θεραπευτική Δύναμη της Συγχώρεσης
Πολλά ζευγάρια έρχονται σε θεραπεία, με σκοπό να λύσουν ένα συγκεκριμένο πρόβλημα. Η συγχώρεση δεν είναι μια απλή, στιγμιαία πράξη. Δεν είναι απλώς το "σβήσιμο" ενός λάθους ή η παράβλεψη μιας συμπεριφοράς. Αντιθέτως, είναι μια διαδικασία που απαιτεί χρόνο, ενδοσκόπηση και συνειδητή πρόθεση για επανόρθωση και εμπιστοσύνη. Όταν συγχωρούμε με επίγνωση, απελευθερωνόμαστε από το βάρος της πικρίας, του θυμού από συναισθήματα που δηλητηριάζουν τη σχέση.
Κι αυτό, όσο δύσκολο κι αν είναι, μας προσφέρει κάτι πολύτιμο: εσωτερική γαλήνη και τη δυνατότητα να ξαναχτίσουμε γέφυρες σύνδεσης με τον άνθρωπό μας. Η σχέση σε αυτή την περίπτωση μπορεί να βαθύνει και να ωριμάσει, όχι επειδή δικαιολογούμε τη συμπεριφορά, αλλά επειδή αναγνωρίζουμε την ανθρώπινη πλευρά μας και επιλέγουμε να μη μείνουμε στο παρελθόν.
Όταν η συγχώρεση μας εγκλωβίζει
Όμως δεν λειτουργεί πάντοτε έτσι, η συγχώρεση δεν είναι πάντα δείγμα δύναμης. Υπάρχουν περιπτώσεις όπου η συγχώρεση γίνεται μηχανισμός επιβίωσης, φόβος απώλειας, ανασφάλεια ή ανάγκη να μη χαθεί η σχέση. Τότε, η συγχώρεση γίνεται παγίδα. Μπορεί να συγχωρούμε ξανά και ξανά χωρίς να βλέπουμε ουσιαστική αλλαγή. Μπορεί να νιώθουμε ότι, αν δεν συγχωρήσουμε, θα χάσουμε τον/την άλλον/-η, κι έτσι παραβλέπουμε τις ανάγκες και τα όριά μας. Συγχωρούμε γιατί φοβόμαστε να μείνουμε μόνοι/-ες, και υποχωρούμε υπερβολικά, για να κρατήσουμε το άλλο άτομο. Αυτή η συνεχής υποχώρηση δεν ενισχύει τη σχέση, αλλά τη διαβρώνει σιωπηρά.
Η συγχώρεση ίσως σε εγκλωβίζει, αν νιώθεις ότι «πρέπει» να συγχωρείς, αν ο/η σύντροφός σου επαναλαμβάνει τη συμπεριφορά, αν αμφισβητείς τον εαυτό σου και νιώθεις ενοχές και δυσφορία όταν θέλεις να θέσεις όρια.
Το να κρατάμε μέσα μας τραύματα χωρίς να μπορούμε ή να τολμούμε να τα εκφράσουμε δημιουργεί απόσταση. Συσσωρεύεται θυμός, πικρία και απογοήτευση. Σταδιακά, παύουμε να επικοινωνούμε ουσιαστικά, να εκφράζουμε τις ανάγκες μας ή να διεκδικούμε τη σύνδεση που πραγματικά θέλουμε και σταματάμε να προσπαθούμε. Έτσι, η σχέση αποκτά ρωγμές και χάνει τη σταθερότητά της.
Πότε έχει νόημα και είναι υγιής η συγχώρεση
Από την άλλη πλευρά, όταν επιλέγουμε συνειδητά να συγχωρήσουμε, όχι από φόβο, αλλά από δύναμη, δίνουμε στη σχέση μας μια νέα ευκαιρία. Η συγχώρεση μπορεί να γίνει καταλύτης για αληθινή επανόρθωση. Μπορεί να μας βοηθήσει να δούμε τον/την σύντροφό μας όχι ως έναν "ένοχο", αλλά ως έναν άνθρωπο που αναγνωρίζει τα λάθη του και προσπαθεί να αλλάξει. Μέσα από αυτή τη συναισθηματική διεργασία γεννιέται και πάλι η εμπιστοσύνη. Και η εμπιστοσύνη είναι το θεμέλιο πάνω στο οποίο μπορεί να στηριχθεί κάθε σχέση που θέλει να προχωρήσει μπροστά.
Ενίσχυση της επικοινωνίας
Για να συμβεί όμως αυτό, χρειάζεται και ένα ασφαλές περιβάλλον επικοινωνίας, όπου μπορεί το άτομο να είναι ευάλωτο. Η συγχώρεση δεν είναι δυνατή αν δεν μπορείς να εκφράσεις τα συναισθήματά σου χωρίς φόβο ή ενοχή. Η συναισθηματική ασφάλεια, η ειλικρίνεια, η ενσυναίσθηση και η αμοιβαία κατανόηση είναι προϋποθέσεις για μια βαθιά διαδικασία συγχώρεσης. Μόνο όταν νιώθεις ότι το άλλο άτομο σε βλέπει και σε ακούει πραγματικά, μπορείς να τον/την εμπιστευτείς ξανά.
Η συγχώρεση λοιπόν έχει νόημα όταν υπάρχει ειλικρινής μετάνοια, διάθεση αλλαγής και πράξεις. Όταν νιώθεις ότι μπορείς να επιλέξεις αν θα προχωρήσεις με το άτομο αυτό αναγνωρίζοντας τι έγινε και βάζοντας όρια, με σεβασμό στον εαυτό σου. Η θεραπεία ζεύγους, ειδικά στα αρχικά της στάδια, εστιάζει στην καλλιέργεια αυτής της συναισθηματικής ασφάλειας: να μπορεί κάθε σύντροφος να εκφράσει τα συναισθήματά του/της, τους φόβους, τις ανάγκες του/της, χωρίς φόβο κριτικής.
Η πράξη της συγχώρεσης από μόνη της δεν είναι ούτε αρετή ούτε αδυναμία. Γίνεται από κοινού, κανείς δεν μπορεί να το κάνει μόνος του. Το ερώτημα δεν είναι απλώς αν συγχωρείς, αλλά γιατί και πώς το κάνεις. Η συγχώρεση δεν είναι υποχρέωση, είναι επιλογή. Όταν γίνεται από συνήθεια, ενοχή ή ανασφάλεια, μπορεί να μας κρατήσει δέσμιους σε σχέσεις που δεν μας εξελίσσουν.
Αν όμως πηγάζει από τη δύναμη και όχι το φόβο, τότε μπορεί να θεραπεύσει. Όταν συγχωρούμε, δεν το κάνουμε μόνο για το άλλο άτομο, το κάνουμε και για εμάς.
* Η συμβουλευτική ζεύγους δεν είναι κατάλληλη όταν υπάρχει κακοποίηση, καθώς μπορεί να επιδεινώσει την κατάσταση και να θέσει το θύμα σε μεγαλύτερο κίνδυνο. Η κακοποίηση δημιουργεί μια ανισορροπία εξουσίας και η θεραπεία ζεύγους μπορεί να χρησιμοποιηθεί από τον θύτη για να δικαιολογήσει ή να συνεχίσει τη βίαιη συμπεριφορά του. Η προτεραιότητα πρέπει να είναι η ασφάλεια και η προστασία του θύματος και η παροχή κατάλληλης θεραπείας και υποστήριξης.
Αν είστε θύμα κάθε είδους βίας ή κακοποίησης, μπορείτε να καλέσετε ή να στείλετε sms στο 100 ή στη Γραμμή SOS 15900 της Γενικής Γραμματείας Δημογραφικής και Οικογενειακής Πολιτικής και Ισότητας των Φύλων (περισσότερες πληροφορίες εδώ: https://www.astynomia.gr/odigos-tou-politi/chrisimes-symvoules/endooikogeneiaki-via/).
